Τετάρτη 29 Φεβρουαρίου 2012

ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ

Τα παιδιά,τα παιδιά,να σώσουμε τουλάχιστον τα παιδιά,φώναξε κάποιος μέσα απ' το πλήθος και το έκανε να σωπάσει.Σ' όλους τους δρόμους χύθηκε  μια ησυχία που το μαζεμένο εδώ και μήνες πλήθος έξω από την βουλή,είχε σχεδόν ξεχάσει.
Να σώσουμε τα παιδιά......ήρθε ο αντίλαλος από τους κάτω   δρόμους
και έκανε το πλήθος να μην μπορεί να σαλέψει.Μόνο οι σημαίες που έπαιζαν απ' τον αέρα φανέρωναν ζωή.Κάτω απ' τον ουρανό κάτι μεγάλα,βαριά γκρίζα σύννεφα συμπλήρωναν ένα κομμάτι ζωγραφιά  από πίνακα του Ιερώνυμου μπός.
Έσκυψα ν τότε μέσα τους και αναρωτήθηκαν με πίκρα.
Αραχνιάσαμε τόσους μήνες πάνω σ' αυτούς τους δρόμους διεκδικώντας τα δίκιο για τις ανάγκες που εμείς δημιουργήσαμε.
Τι κάναμε τόσα χρόνια για τα παιδιά;Εμείς ήμασταν τα πιόνια των
μεγάλων στα παιχνίδια τους.Εμείς ανεχτήκαμε το ρουσφέτι,την μίζα,το λάδωμα και τόσες άλλες πληγές που τώρα μας αιμορραγούν.Εμείς δανειστήκαμε ασύστολα για να καλύψουμε όχι την ανάγκη μας αλλά την ματαιοδοξία.Εμείς φυτέψαμε στα παιδιά μας τον  νόμο του δυνατού και την αλαζονεία του.Εμείς καταστρέψαμε κάθε τι ηθικό πάνω στο βωμό της καλοπέρασης  με το πρόσχημα εξέλιξης.Εμείς τους δώσαμε την ευχή μας να κουρελιαστούν  μπροστά σε άθλιες τηλέ-επιτροπές  αξιώνοντας ότι
μόνο τα δικά μας αξίζουν.Με το πρόσχημα τους απατήσαμε και κλέψαμε οτι μπορούσαμε για να τους εξασφαλίσουμε τον σάπιο κόσμο εξ απαλών ονύχων,που εμείς είχαμε εγκρίνει.
Εμείς,εμείς,εμείς, χιλιάδες πολιορκούσαν βουβά όλο εκείνο το πλήθος που κατσούφιαζε και ζάρωνε σιγά-σιγά από τα ένοχα ερωτηματικά  που το βασάνιζαν.
Κουρασμένοι από το βάρος  της ευθύνης άρχισαν να κάθονται κάτω στο δρόμο πιάνοντας το κεφάλι με τα δυο τους χέρια.
Όλο και βάραιναν και έσκυβαν ώσπου τα πρόσωπα τους χώθηκαν 
στην πίσα της ασφάλτου.
Δεν σάλεψε για μέρες και μήνες κανείς,περνούσαν από μέσα τους
τα αυτοκίνητα,οι παρελάσεις οι τουρίστες που τους τραβούσαν με κάτι σύγχρονες μαγνητικές μηχανές, από αυτές δείχνουν πως ήταν περίπου κάποιο αρχαίο αντικείμενο.
Πέρασαν από μέσα τους βροχές χιόνια και αστρικές καταιγίδες κι αυτοί εκεί ακίνητοι ζητώντας λύτρωση η ελευθερία.
Ώσπου ξανακούστηκε αυτή η ικετευτική φωνή  να αντηχεί μέσα τους.
Να σώσουμε τα παιδιά,να σώσουμε τα παιδιά τουλάχιστον.
Σηκώθηκαν τότε όρθιοι σε γραμμές παράταξης κι άρχισαν να φυσάνε την ξεχασμένη τους πνοή,την κοιμισμένη δύναμή τους.
Ένα αεράκι ήσυχο στην αρχή, που δυνάμωνε  και γινόταν μανιασμένος άνεμος  λίγο λίγο από 'κείνους τους ύπουλους που σε πιάνουν  στο πέλαγος και δεν γλυτώνεις.
Άρχισε να παρασύρει ότι έβρισκε στο πέρασμά του,δεν έμειναν ούτε ασπίδες,ούτε χημικά,ούτε κράνη.
Σαρώνοντας τα πάντα στο πέρασμα του άρχισε να σφυροκοπά 
αλύπητα τα καλά παράθυρα της βουλής και τους χοντρούς πέτρινους τοίχους.
Με πείσμα κατάφερε να την γκρεμίσει κάνοντας την ένα σωρό 
από ερείπια και από πάνω σαν πέπλο έπεσε η γαλανόλευκη σημαία να κρύψει το αίσχος που θύμιζε.
Μόνο το μνημείο του άγνωστου στρατιώτη έμεινε ανέπαφο και έκανε τους τόσους σκοτωμένους να ριγήσουν  από την τόση φασαρία.
Τότε σηκώθηκε ένας,ο αρχαιότερος,τίναξε από πάνω του την σκόνη της λήθης,στάθηκε μπροστά στο πλήθος και είπε δυο λόγια
που κανένα πολιτικό στόμα  δεν είπε ποτέ.
                ΠΡΟΣΚΥΝΩ   ΤΗΝ  ΦΤΏΧΕΙΑ  ΣΑΣ





       

4 σχόλια:

  1. η φράση «τα παιδιά, τα παιδιά, να σώσουμε τουλάχιστον τα παιδιά» με έκανε ν’ ανατριχιάσω…
    πολύ δυνατό το κείμενό σου!
    καλή σου νύχτα!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Σαν καράβι που από ώρα σε ώρα βουλιάζει είναι
    η Ελλάδα και ο κώδικας συναγερμού αυτό επιβάλει,
    να σωθούν πρώτα τα παιδιά.Καλή σου νύχτα

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Η φτώχεια είναι σαν το νόμισμα. Έχει δύο όψεις. Τη μία της τσέπης και την άλλη του πνεύματος. Στην πρώτη, τα παιδιά έχουν προτεραιότητα στη σωτηρία. Στη δεύτερη δεν υπάρχει σωτηρία για κανένα! Σύμβολα σαν τον άγνωστο στρατιώτη δεν γλυτώνουν όταν και οι 2 όψεις της φτώχειας συνυπάρχουν! Και δεν μιλάμε για αεράκι αλλά για τυφώνα!

    ΑπάντησηΔιαγραφή